top of page

Η μάχη της Κρήτης στο Ηράκλειο
20 εως 29 Μαΐου 1941

20 Μαΐου 1941, ημέρα Τρίτη

 

Από το ξημέρωμα γερμανικά αεροπλάνα έχουν καλύψει τον ουρανό του Μάλεμε στα Χανιά και η μάχη δείχνει έχει αρχικά θετική έκβαση για τις συμμαχικές δυνάμεις καθώς οι γερμανοί δεν έχουν καταφέρει ακόμα να επικρατήσουν σε κανένα από τα σημεία των μαχών. Στο Ηράκλειο πέραν των καθιερωμένων βομβαρδισμών επικρατεί μέχρι στιγμής ησυχία.

Ώρα 16.00, σχηματισμοί γερμανικών βομβαρδιστικών κάνουν την εμφάνιση τους στον ορίζοντα και  προσβάλουν τις συμμαχικές θέσεις άμυνας πέριξ του αεροδρομίου του Ηρακλείου.

 

Ώρα 17.30, τα πρώτα Junkers 52 ξεκινάνε να προσεγγίζουν την περιοχή του Ηρακλείου. Οι πρώτες ρίψεις αλεξιπτωτιστών ξεκινάμε στην περιοχή δυτικά του αεροδρόμιου , εκεί που σήμερα είναι το στρατόπεδο της ΣΕΑΠ , στην περιοχή του Κοκκίνη Χάνι, στον Καρτέρο και δυτικά στην περιοχή του υψώματος του Εσταυρωμένου και πλησίον του ποταμού Γιοφύρου.

Οι απώλειες είναι μεγάλες για τους γερμανούς αλεξιπτωτιστές καθώς όσοι δεν είχαν την ατυχία να πέσουν πάνω στις οχυρές θέσεις των Αυστραλών και των Σκοτσέζων, βρίσκουν σθεναρή αντίσταση από τον ντόπιο πληθυσμό αλλά και τμήματα του Ελληνικού στρατού και της χωροφυλακής που υπερασπίζονται την πόλη εντός των τειχών και δυτικά του Ηρακλείου. Ολόκληρες διμοιρίες αλεξιπτωτιστών αποδεκατίζονται .

 

175 γερμανοί χάνουν την ζωή τους τις πρώτες ώρες της μάχης μόνο στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου. Οι υπόλοιποι αποκομμένοι με φωνές κατά την διάρκεια της νύχτας προσπαθούν να βρεθούν μεταξύ τους και να ανασυνταχτούν. Για να τους διαλύσουν το ηθικό οι Σκωτσέζοι της Black Watch κάνουν τις γκάιντες τους να ηχήσουν και με μαρτυρίες των γερμανών μετά τον πόλεμο αυτό το σκηνικό είχε μεγαλύτερο αντίκτυπο σε ψυχολογικό επίπεδο από ότι οι τρομερές απώλειες που είχαν κατά την πρώτη ημέρα της μάχης.

 

Σιγά σιγά ξημέρωνε 21 Μάιου 1941,ημέρα Τετάρτη στο Ηράκλειο…

 

 

21η Μαΐου 1941, Ημέρα Τετάρτη

 

Σιγά σιγά ξημέρωνε στο Ηράκλειο. Ήδη η πρώτη μέρα της μάχης για την κατάληψη της πόλης και του αεροδρομίου ήταν καταστροφική για τις γερμανικές δυνάμεις που από το απόγευμα της προηγούμενης μέρας είχαν εισβάλει από αέρος στην περιοχή του Ηρακλείου. Δεν είχαν καταφέρει κανέναν από τους αντικειμενικούς σκοπούς τους, είχαν καταφέρει να διασκορπιστούν σε μια μεγάλη ακτίνα γύρω από το Ηράκλειο και το κυριότερο συναντούν αντίσταση επικών διαστάσεων από τις συμμαχικές δυνάμεις αλλά και κυρίως από τον ντόπιο πληθυσμό χωρίς να το περιμένουν και υφίστανται τρομερές απώλειες.

Από τις 17.30 το απόγευμα της 20ης Μαΐου οι επιθέσεις τους έχουν αναχαιτιστεί σε Χανιοπορτα και Καινούρια πόρτα στα τείχη του Ηρακλείου καθώς και στον Καρτερό στα ανατολικά ενώ Τμήμα ελλήνων στρατιωτών με διοικητή τον Θεόδωρο Καλλίνο πλαγιοκοπεί και δυσχεραίνει την προέλαση των τμημάτων που είχαν πέσει στην περιοχή του Κοκκινη Χάνι με αποτέλεσμα ένα μεγάλο τμήμα εξ αυτών να πέσει στον λόφο Κοψά και να μην προελάσει προς υποστήριξη των τμημάτων που είχαν πέσει στον Καρτερό και πολιορκούσαν το αεροδρόμιο.


Κατά το ξημέρωμα της 21ης Μαΐου γερμανική διμοιρία διοικούμενη από τον Wolfgang Graf Von Blucher καταλαμβάνει θέση και οχυρώνεται ανάμεσα σε δυο τμήματα σκοτσέζων υπερασπιστών του αεροδρομίου μέσα στο σκοτάδι χωρίς να έχει εικόνα ότι βρίσκεται περικυκλωμένη από αυτούς ,καθηλώνεται και με το πρώτο φως της ημέρας αποδεκατίζεται από διασταυρούμενα πυρά προερχόμενα από τα αντιαεροπορικά πυροβόλα Bofors των 40mm από το αεροδρόμιο αλλά και τις θέσεις μάχης στον λόφο Αγίου Ιωάννη (East Hill).

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας καταφθάνουν οι πρώτες ενισχύσεις για τους γερμανούς αλεξιπτωτιστές από αέρος  στην περιοχή του Καρτερού και ο διοικητής τους Συνταγματάρχης Brauer εγκαθιστά το αρχηγείο του στον λόφο της Αμνισού ενώ σε κοντινή ταβέρνα στήνεται πρόχειρο νοσοκομείο για τους πολλούς τραυματίες , με τους πρώτους νεκρούς να θάβονται σε προχείρους τάφους δίπλα.

 

Στον τομέα της πόλης η μέρα ξεκινά με σφοδρό βομβαρδισμό στις 9 το πρωί. Στην συνέχεια σχηματίζονται δυο μεγάλες ομάδες με σκοπό την εισβολή και κατάληψη της πόλης. Η μια εξ αυτών κινείται παραλιακά συναντά σφοδρή αντίσταση από μαχητές στα στενά της Αγίας Τριάδας, προωθείται μέχρι την Πλατεία 18 Άγγλων όπου η προέλαση της ανακόπτεται από πυρά συμμαχικών δυνάμεων από το φρούριο του Κουλε και αλλά και από την ομάδα του Λοχαγού Μαρινέλη ο οποίος και σκοτώνεται. Αλλάζουν πορεία μέσα από τα στενά για το κέντρο της πόλης. Δεν προλαβαίνουν να φτάσουν μακριά καθώς συναντούν σφοδρά πυρά από την ταράτσα της Ιωνικής Τράπεζας από ντόπιο πληθυσμό και βρίσκουν καταφύγιο σε οικία εκεί κοντά με αποτέλεσμα να περικυκλωθούν και εν τέλει να παραδοθούν σε βρετανικό τμήμα της 2nd Battalion , York and Lancasters.

Η δεύτερη ομάδα αφού περνά από την Χανιώπορτα κινείται κατά μήκος της Λ. Καλοκαιρινού ενώ συναντά σημαντική αντίσταση και φτάνει αρκετά κοντά στο διοικητήριο των συμμαχικών δυνάμεων. Το σημείο υπερασπίζεται ο Ταγματάρχης Τζουλάκης με την ομάδα του ο οποίος και θα πέσει νεκρός από ριπή γερμανικού πολυβόλου. Τελικά όμως και αυτή η επίθεση αναχαιτίζεται και οι γερμανοί απωθούνται και πάλι εκτός των τειχών της πόλης

Η 21η Μαΐου ήταν μια τραγική μέρα για τους αλεξιπτωτιστές ενώ οι σύμμαχοι και οι έλληνες καταφέρνουν να χτυπήσουν σφοδρά τους εισβολείς, να αναπτερώσουν το ηθικό τους, να συλλέξουν πολύτιμα πολεμοφόδια και πάρα πολλά λάφυρα ενώ  ξεκινά να υπάρχει σκέψη για δημιουργία πολεμικού μουσείου όπου θα εκτεθούν όλα αυτά ήδη από την δεύτερη μέρα της μάχης καθώς υπάρχει γενικευμένα η αίσθηση ότι η Μάχη έχει κερδηθεί.

 

Σιγά σιγά ξημέρωνε 22 Μάιου 1941,ημέρα Πέμπτη στο Ηράκλειο…

 

 

22 Μάιου 1941,ημέρα Πέμπτη

 

Πέραν των μαχών στην Κρήτη μια άλλη μάχη διεξαγόταν παράλληλα. Αυτή της θάλασσας. Το γερμανικό ναυτικό δεν μπόρεσε σε καμία στιγμή να αποκτήσει πρωτοβουλία κινήσεων καθώς ο βρετανικός στόλος που επιχειρούσε από τα λιμάνια της Μάλτας και της Αιγύπτου είχε το πάνω χέρι. Στις 22 Μαΐου 1941 μια μεγάλη αρμάδα αποτελούμενη από 30 καΐκια ξεκινά από την ηπειρωτική Ελλάδα με προορισμό το Ηράκλειο συνοδευόμενη από το ιταλικό καταδρομικό σκάφος Sagittario. 40 μίλια νότια της Μήλου εντοπίζονται και ξεκινά μάχη. Σύντομα όμως κάνουν την εμφάνιση τους γερμανικά βομβαρδιστικά αεροσκάφη και μετά από μάχη που ακλουθεί ο βρετανικός στόλος εγκαταλείπει την καταδίωξη και κινείται νότια αλλά ο στόχος είχε επιτευχτεί. Τα γερμανικά σκάφη επέστρεφαν στον Πειραιά και κάθε δεύτερη σκέψη, για παρόμοια αποστολή ενίσχυσης των στρατευμάτων που μάχονταν για την κατάληψη του Ηρακλείου, να εγκαταλειφτεί.

 

Στον τομέα της πόλης προετοιμαζόταν μια δεύτερη γενικευμένη επίθεση για την κατάληψη της μετά την πανωλεθρία των επιθέσεων της προηγούμενης ημέρας όπου οι γερμανοί μετρούσαν πολλούς νεκρούς και ακόμα πιο πολλούς αιχμάλωτους. Το σημείο συνάντησης των τμημάτων των γερμανών ήταν η γέφυρα του Γιόφυρου ποταμού από όπου κινήθηκαν προς την μεριά της πόλης διαμέσου της περιοχής των Καμινιών όπου όμως σύντομα βρίσκουν απέναντι τους οχυρωμένους κρητικούς που ανακόπτουν την προέλαση τους. Οι φωνές για συμμαχική βοήθεια και εκκαθάριση της περιοχής δυτικά της πόλης δεν βρίσκουν ανταπόκριση πέραν κάποιων βολών πυροβολικού χωρίς όμως κανένα αποτελεσμένοι γερμανοί αγκιστρώνονται στην δυτική όχθη του Γιόφυρου και δεν δοκιμάζουν να επιτεθούν ξανά καθ’ολη την υπόλοιπη διάρκεια της 22ας Μαΐου 1941.

 

Στην περιοχή του αεροδρομίου οι Σκωτσέζοι της Black Watch και οι Αυστραλοί της 2/4 Battalion εκκαθαρίζουν την περιοχή από μικρά τμήματα των γερμανών και συνάμα παρακολουθούν νέες ρίψεις εφοδίων και αλεξιπτωτιστών στην περιοχή του Καρτερού προς ενίσχυση των δυνάμεων που μαχόταν ήδη για τρίτη ημέρα με σημαντικές απώλειες. Το πρωί κάνει την εμφάνιση του και ένα βρετανικό άρμα μάχης Matilda για αναγνωριστική αποστολή αλλά σύντομα αναγκάζεται να υποχωρήσει καθώς δέχεται συνεχή πυρά από αντιαρματικό πυροβόλο PAK-37 που είχε εγκατασταθεί στο λόφο της Αμνισού.

 

Η υπόλοιπη μέρα κύλησε ήρεμα με τις δυο πλευρές να ανασυγκροτούνται και να ασχολούνται με την ταφή των νεκρών και την φροντίδα των τραυματιών μέχρι να πέσει η νύχτα.

 

Σιγά σιγά ξημέρωνε 23η Μαΐου 1941, ημέρα Παρασκευή…

 

 

23η Μαΐου 1941, ημέρα Παρασκευή

 

Το πρωί της 23ης Μαΐου 1941 βρήκε τους γερμανούς αλεξιπτωτιστές να έχουν λάβει θέσεις σε ύψωμα απέναντι από τον λόφο Αγίου Ιωάννη (East Hill ) στον Καρτερό και σαφώς ενισχυμένους μετά τις ρίψεις εφοδίων της προηγούμενης ημέρας. Πλέον είχαν στοιχειά όλμων στην διάθεση τους με τα οποία μπορούσαν να προσβάλουν τις θέσεις των σκοτσέζων υπερασπιστών του αεροδρομίου και ταυτόχρονα λόγο της εξαιρετικής θέσης δινόταν η δυνατότητα για χτυπήματα ελεύθερων σκοπευτών.

 

Στον τομέα της πόλης ο γερμανός Ταγματάρχης Schulz ζητά από τις αρχές την παράδοση της πόλης διαφορετικά θα ξεκινούσε βομβαρδισμός καθώς η πόλη αντιστεκόταν. Η περίεργη και συνάμα τετράγωνη στρατιωτική λογική των γερμανών δεν αποδεχόταν το ότι πολίτες πολεμούσαν τον οργανωμένο στρατό τους. Είχαν μια σαφώς ρομαντική ιδεολογία για τον πόλεμο και ότι αυτός έπρεπε να διεξάγεται ανάμεσα σε οργανωμένα τμήματα στρατού τα οποία θα φορούν την στρατιωτική ενδυμασία και θα πολεμούν ισοι προς ισους. Ποτέ δεν αποδέχτηκαν και δεν κατανόησαν την ένοπλη αντίσταση των ντόπιων για την γη των προγωνων τους καθώς και το ότι την πρώτη ημέρα έστρεψαν τα όπλα τους στον ουρανό και έβαλαν ενάντια των κατερχόμενων αλεξιπτωτιστών οι οποίοι ήταν ανίκανοι να αμυνθούν από αυτή την θέση καθώς δεν έφεραν μαζί τους όπλα. Η επιλεκτική βέβαια στρατιωτική ηθική των γερμανών δεν κατέστει ποτέ δυνατόν να εξηγήσει τις αθρόες εκτελέσεις αμάχων λόγο συλλογικής ευθύνης, τους βομβαρδισμούς πόλεων καθώς και την χρήση αμάχων ως ασπίδα μπροστά από τις διμοιρίες τους πράγμα το οποίο έκαναν και στο Ηράκλειο και συγκεκριμένα στον μόλο του λιμανιού μπροστά από το φρούριο του Κουλε όπου έβαλαν ως ανθρώπινη ασπίδα ψαράδες από τα καΐκια του λιμανιού με αποτέλεσμα αυτοί να χάσουν την ζωή τους από πυρά ελλήνων που μάχονταν στην πόλη.

Όπως ήταν φυσικά αναμενόμενο το αίτημα για παράδοση της πόλης δεν έγινε δεκτό και στις 16.00 το απόγευμα της 23ης Μαΐου η πόλη του Ηρακλείου βομβαρδίζεται σφοδρά  και στην ουσία ισοπεδώνεται χωρίς όμως να υπάρχουν μεγάλες έμψυχες απώλειες καθώς ο πληθυσμός του Ηρακλείου έχει εγκαταλείψει την πόλη λίγες μέρες πριν την έναρξη της επίθεσης και παρακολουθεί αποσβολωμένος το Ηράκλειο να φλέγεται από τις περιοχές των Δαφνών, των Αγίων Παρασκιών, του Σκαλανίου, των Βουτών και αλλού.

 

Το απόγευμα της 23ης Μαΐου καταφτάνούν νότια του Ηρακλείου τμήματα της μονάδας Argyls που βρισκόταν στην περιοχή της Μεσαράς στον νότιο νομό Ηρακλείου, μαζί με δυο άρματα μάχης Matilda καθώς και ερπυστριοφόρα οχήματα Bren Carriers. Παρά τις προσπάθειες τους να εισχωρήσουν στις γραμμές των γερμανών δεν τα καταφέρνουν να ενωθούν με την αμυντική περίμετρο του Ηρακλείου και οπισθοχωρούν στην περιοχή των Γουρνών Μαλεβυζίου, νοτιοδυτικά της πόλης του Ηρακλείου.

 

Σιγά σιγά ξημέρωνε 24 Μάιου, ημέρα Σάββατο.

 

Στις 24 Μάιου η μέρα ξεκινά με γερμανικές ρίψεις πυρομαχικών, τροφίμων καθώς και 400 αλεξιπτωτιστών με δυο τάγματα βαρέων όπλων στις περιοχές δυτικά και νότια του Ηρακλείου. Η παραδοχή ότι οι θέσεις των συμμαχικών δυνάμεων ήταν πολύ καλά οχυρωμένες και ότι θα ήταν ανώφελη κάθε προσπάθεια αυτές να καταλειφθούν χωρίς την χρήση βαρέων όπλων τους αναγκάζει να μην προβούν σε καμία επιθετική ενέργεια στην περιοχή του αεροδρομίου.

 

Στον τομέα της πόλης οι δυνάμεις που είχαν καταφθάσει την προηγούμενη ημέρα δοκιμάζουν να επιτεθούν στους οχυρωμένους αλεξιπτωτιστές αλλά βολές από αντιαρματικά όπλα τους αναγκάζουν για άλλη μια φορά να οπισθοχωρήσουν.

 

Όπως φαίνεται από τα γεγονότα, μετά τις σκληρές μάχες και τις σφαγές των πρώτων ημερών οι γερμανοί αντιλαμβάνονται ότι η άνετη επικράτηση που φανταζόταν στο Ηράκλειο δεν είχε καμία σχέση με την πραγματικότητα και το τεράστιο πάθος των κατοίκων για την υπεράσπιση της. Από την άλλη η διαφαινόμενη επικράτηση στο Μάλεμε και στην περιοχή των Χανιών δεν έκανε ιδιαίτερα επιτακτικό τον «νυν υπέρ πάντων αγών» στο Ηράκλειο καθώς αργά ή γρήγορα η γενικότερη κατάσταση στο νησί θα λειτουργούσε υπέρ τους. Παρόλαυτα το μικρό μέγεθος του αεροδρομίου του Μάλεμε το οποίο δεν επέτρεπε την μαζική μετακίνηση γερμανικών στρατευμάτων στο νησί αλλά και το γεγονός ότι κατά την 24η Μαΐου προσγειώθηκαν κάποια βρετανικά καταδιωκτικά Harricane στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου έκανε επιτακτική την κατάληψη τους από τους γερμανούς.

 

Σιγά σιγά ξημέρωνε 25η Μαΐου 1941, ημέρα Κυριακή…

 

25η Μαΐου 1941, ημέρα Κυριακή

 

Μετά από δυο σχετικά ήσυχες μέρες 23 και 24, η 25η Μαΐου 1941 βρήκε τους γερμανούς να επιχειρούν την κατάληψη της πόλης του Ηρακλείου επιτιθέμενοι από την δυτική της πλευρά συνεπικουρούμενοι από την Luftwaffe. Την υπεράσπιση της πόλης είχαν αναλάβει δυο ομάδες των York and Lancasters καθώς την νύχτα της 24ης Μαΐου οι ελληνικές δυνάμεις είχαν οπισθοχωρήσει στα Σπήλια και τις Αρχάνες νότια της πόλης του Ηρακλείου για ανασύνταξη και εφοδιασμό. Της διοίκηση των δυο τμημάτων που αποτελούσαν την ελληνική δύναμη των 2000 ανδρών είχε ο Συνταγματάρχης Παπαθανασόπουλος.

 

Στην περιοχή του αεροδρομίου οι συμμαχικές δυνάμεις προσβάλουν τις θέσεις των γερμανών στο ύψωμα 182 ακριβώς απέναντι από τις θέσεις μάχης των Black Watch στον λόφο του Αγίου Ιωάννη (East Hill). H αποτυχία της επίθεσης ήταν αναμενόμενη καθώς μετά από τις ρίψεις των δυο τελευταίων ημερών οι γερμανικές θέσεις ήταν πολύ καλά οχυρωμένες με πολυβόλα και στοιχειά όλμων κάνοντας το έργο των συμμάχων εξαιρετικά δύσκολο και την επικράτηση τους εμφανώς αδύνατη με τα μέσα που είχαν.

 

Στα παραπάνω έρχεται να προστεθεί και η εντολή του Brauer προς τον Schulz που βρισκόταν στον δυτικό τομέα να προελάσει και να ενωθεί στα ανατολικά με τα γερμανικά τμήματα που επιχειρούσαν την κατάληψη του αεροδρομίου. Τα ξημερώματα της 26ης Μαΐου εντοπίζονται περίπου 700 αλεξιπτωτιστές να κινούνται νότια του Ηρακλείου προς την ανατολική του πλευρά και έτσι να επέλθει η περικύκλωση του αεροδρομίου. Η ομάδα αυτή των γερμανών καταλαμβάνει το ύψωμα 296 ή Apex Hill. Η περικύκλωση του αεροδρομίου του Ηρακλείου ήταν πια γεγονός.

Έτσι λοιπόν παρά την ένταση των πρώτων δυο ημερών της μάχης βλέπουμε ότι οι αντιμαχόμενες πλευρές προσπαθούν να οργανωθούν και να ανεφοδιαστούν. Δυστυχώς ο ανεφοδιασμός των συμμαχικών δυνάμεων σε ανθρώπινο δυναμικό αλλά και σε βαρέα όπλα τα οποία και θα ήταν απαραίτητα για την διενέργεια επιθετικής ενέργειας ήταν αδύνατος καθώς σε κανένα σημείο της μάχης δεν κατέστη δυνατός ο ανεφοδιασμός τους τόσο από αέρος όσο και από θαλάσσης. Από την άλλη οι γερμανοί επιτυγχάνουν τον ανεφοδιασμό των τμημάτων τους με βαρέα όπλα, επιπλέον πυρομαχικά αλλά και πολλούς αλεξιπτωτιστές οι οποίοι έρχονται για να καλύψουν τις φοβέρες απώλειες των πρώτων ημερών. Σιγά σιγά ο κλοιός γύρω από το αεροδρόμιο στενεύει με τους γερμανούς να έχουν καταλάβει στρατηγικά σημεία πέριξ της συμμαχικής περιμέτρου άμυνας με αποτέλεσμα να έχουν πλήρη εικόνα της τακτικής κατάστασης και σιγά σιγά να προετοιμάζονται για την τελική επίθεση κατάληψης του.

Σιγά σιγά ξημέρωνε 27 Μαΐου 1941, ημέρα Τρίτη…

 

 

27 Μαΐου 1941, ημέρα Τρίτη

 

Ήδη διανύαμε την 8η ημέρα της Μάχης της Κρήτης στο Ηράκλειο. Οι συμμαχικές δυνάμεις αμύνονταν σθεναρά την περιοχή του αεροδρομίου ενώ τμήματα της χωροφυλακής, του ελληνικού στρατού αλλά και πολίτες δεν είχαν επιτρέψει σε καμία στιγμή στους γερμανούς αλεξιπτωτιστές να παραμείνουν εντός της πόλης του Ηρακλείου. Ήταν γεγονός ότι παρά την ένταση των πρώτων ημερών 20ης και 21ης Μαΐου και οι δυο πλευρές τηρούσαν στάση αναμονής με τους γερμανούς συνεχώς να λαμβάνουν ενισχύσεις προετοιμαζόμενοι για την τελική επίθεση αλλά και τους συμμάχους να παραμένουν καλά οχυρωμένοι στις θέσεις τους καθώς δεν υπήρχε καμία δυνατότητα ανεφοδιασμού και επίθεσης χωρίς την χρήση βαρέως οπλισμού και επιπλέον ανδρών.

 

Το βραδύ 26ης προς 27ης Μαΐου ο διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων Ηρακλείου Chappel επικοινωνεί με το αρχηγείο στο Κάιρο, τους ενημερώνει για την κατάσταση περικύκλωσης των δυνάμεων του και ζητά οδηγίες και ενισχύσεις για την συνέχιση  του αγώνα. Αντ’ αυτού η διαταγή είναι η ταχεία εκκένωση της φρουράς του Ηρακλείου από θαλάσσης. Οι προετοιμασίες ξεκινούν με άκρα μυστικότητα

Η 27η Μαΐου βρίσκει τις γερμανικές δυνάμεις να πραγματοποιούν ρίψεις αλεξιπτωτιστών στην περιοχή των Γουρνών ανατολικά του Ηρακλείου, και μακριά από τις συμμαχικές δυνάμεις , ενώ πραγματοποιείται και η πρώτη προσπάθεια προσγείωσης γερμανικού αεροσκάφους Ju-52 στην περιοχή του Apex Hill πολύ κοντά στο χωριό Σκαλάνι.

 

28 Μαΐου 1941, ημέρα Τετάρτη

 

 Την 28η Μαΐου ο συνταγματάρχης Brauer δίνει τις τελικές οδηγίες της επίθεσης που θα ξεκινούσε νωρίς το επόμενο πρωί με επίθεση στο αεροδρόμιο. Οι εξελίξεις όμως τους πρόλαβαν.

 

Στις 28 Μαΐου γίνεται η τελική σύσκεψη των αξιωματικών και οργανώνεται η εκκένωση του Ηρακλείου το βράδυ της ίδιας ημέρας. Μόλις πέφτει η νύχτα μια μια μονάδα αφού έχει βαδίσει αθόρυβα από το πεδίο της μάχης στο λιμάνι επιβιβάζεται στα πλοία που ήδη από το σούρουπο είχαν κάνει σιγά σιγά την εμφάνιση τους στον ορίζοντα. Η επιβίβαση ξεκινά στις 23.30 και ολοκληρώνεται στις στις 03.00 της 29ης Μαΐου με την  επιβίβαση της οπισθοφυλακής των σκοτσέζων της Black Watch.

29 Μαΐου 1941, ημέρα Πέμπτη

Το ξημέρωμα της 29ης Μαΐου βρίσκει τους γερμανούς να προσχωρούν αθόρυβα προς τις θέσεις άμυνας των συμμάχων. Παρά το γεγονός ότι ανέμεναν καταιγισμό πυρών για την ώρα τίποτα δεν συμβαίνει και τίποτα δεν διαταράσσει την ησυχία του πρωινού. Φτάνοντας στις θέσεις των συμμάχων διακρίνουν εγκαταλειμμένα ορύγματα, αχρηστεμένα οχήματα και παρατημένα πυρομαχικά. Αμέσως το νέο φτάνει παντού. Ο Brauer στέλνει ομάδες αναγνωρίσεως και μετά από λίγη ώρα είναι γεγονός ότι… η Μάχη της Κρήτης έχει τελειώσει!

 

Οι γερμανικές δυνάμεις καταλαμβάνουν ανεμπόδιστα το αεροδρόμιο ενώ άλλα τμήματα τους εισέρχονται στην έρημη πόλη του Ηρακλείου χωρίς να βρίσκουν καμία αντίσταση. Η πόλη είχε παραδοθεί πλέον στους γερμανούς. Η Μάχη της Κρήτης είχε τελειώσει όμως την ίδια μέρα ξεκινούσε μια άλλη μάχη.. αυτή της αντίστασης στην Κρήτη!
 

ΑΡΓΩ 2

ΑΡΓΩ 2

 

Μετά το τέλος της Μάχης της Κρήτης και τις φονικές μάχες κυρίως στην περιοχή των Χανιών αλλά και στο Ηράκλειο και το Ρέθυμνο οι δυνάμεις της Κοινοπολιτείας αποφασίζουν να οπισθοχωρήσουν προς την Νότια Κρήτη όπου και από εκεί μετά από προσέγγιση πολεμικών σκαφών θα ήταν δυνατή η διαφυγή τους προς την Αίγυπτο. Η οπισθοχώρηση έλαβε χώρα κυρίως προς την περιοχή των Σφακίων. Στο Ηράκλειο η αναχώρηση των δυνάμεων των Νεοζηλανδών, των Αυστραλών και των Σκοτσέζων έγινε συντεταγμένα διαμέσου του λιμανιού του Ηρακλείου την νύχτα της 28 προς 29 Μαΐου. Στην περιοχή όμως των Χανίων λόγο του μεγάλου αριθμού των δυνάμεων και λόγο της απόστασης που έπρεπε να διανύσουν τα υποχωρούντα τμήματα διάμεσου του ορεινού όγκου των Λευκών Ορέων και του Οροπεδίου του Ασκύφου και εν συνεχεία διαμέσου του Σφακιανού φαραγγιού και του φαραγγιού της Ίμπρου , μεγάλο μέρος των δυνάμεων δεν καταφέρνει τελικά να επιβιβαστεί στα πλοία και αναγκάζεται να παραδοθεί στις γερμανικές δυνάμεις που σύντομα θα καταφτάσουν  στα Σφακιά.

 

Πολλοί όμως στρατιώτες άλλοτε οργανωμένα και άλλοτε μεμονωμένα διαφεύγουν της συντεταγμένης παράδοσης και καταφεύγουν στα βουνά όπου ο τοπικός πληθυσμός τους κρύβει . Σε αυτούς έρχονται να προστεθούν κατά το επόμενο χρονικό διάστημα και αρκετοί που καταφέρνουν να αποδράσουν από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης που κατασκευάζονται δυτικά της πόλης των Χανίων.

 

Ο καιρός περνά και ο αριθμός των εγκλωβισμένων στην Κρήτη βρετανικών δυνάμεων συνεχίζει να είναι εξαιρετικά υψηλός. Το Βρετανικό αρχηγείο στο Κάϊρο της Αιγύπτου κρίνει αναγκαία την αποστολή ειδικά εκπαιδευμένου προσωπικού στην Κρήτη για την οργάνωση και τον συντονισμό της διαφυγής τους με πλοία και υποβρύχια.

 

Σημαντικό ρόλο σε αυτή την διαδικασία θα παίξουν οι νότιες περιοχές του Νομού Ηρακλείου στην οροσειρά των Αστερουσίων. Περιοχές απόκρημνες και βραχώδεις, σεληνιακές σε ένα μεγάλο μέρος τους, περιοχές που μπόρεσε τελικά να στηθεί ένα καταπληκτικό δίκτυο Βρετανών κατασκόπων και ντόπιων πατριωτών ανταρτών που με κάθε μέσο προσπαθούσαν να υποβοηθήσουν την διαφυγή τόσων ταλαιπωρημένων στρατιωτών.

 

Η αρχή γίνεται στις 17 Σεπτεμβρίου του 1941, 3 μόλις μήνες μετά την οριστική επικράτηση των Γερμανικών Δυνάμεων στην Μάχη της Κρήτης. Την ημέρα αυτή αποπλέει από την παραλία Μαριδάκι, δίπλα στον Τσούτσουρα μια μικρή βάρκα, η ΑΡΓΩ ΙΙ μεταφέροντας μια παρέα Ελλήνων στην Αίγυπτο, έδρα της εξόριστης Ελληνικής Κυβέρνησης. Ο σκοπός του ταξιδιού των σύγχρονων αυτών αργοναυτών ήταν να ενημερώσουν την κυβέρνηση για τη δημιουργία της αντιστασιακής οργάνωσης ‘’Κρητική εθνική επαναστατική επιτροπή’’ και για τους κινδύνους που αντιμετώπιζαν από τους κατακτητές οι κρυπτόμενοι αγωνιστές που κρυβόταν στα Αστερούσια μετά το τέλος της Μάχης της Κρήτης. Επιβάτες αυτού του ταξιδίου ήταν οι Φακάρος, Δεληβασίλης ή αλλιώς Καπετάν Βορέας όπως τον αποκαλούσαν οι Βρετανοί εν συνεχεία, Στρωματιάς, Σμυρνάκης, Σολωμανίδης, Τζων, Αναστάσης, Μάθιους, Χρήστος, Φράγκι και Χιούζ. Τα ονόματα τους άλλοτε μισά και ίσως και συνθηματικά. Τέτοιες στιγμές σημασία έπαιζε το ταξίδι της διαφυγής από την Γερμανοκρατούμενη Κρήτη.

Την 01/06/1941, με διαταγή του Γερμανού συνταγματάρχη Bruno Brauer μετέβησαν στα Πεζά τρεις Γερμανοί ανώτεροι αξιωματικοί και ανακοίνωσαν στους Έλληνες αξιωματικούς τους όρους καταπατήσεως του πυρός και της παραδόσεώς των. Η κατάπαυση του πολέμου προέβλεπε και την άνευ όρων παράδοση των Ελλήνων μονίμων και εφέδρων αξιωματικών και την σύνταξη και παράδοση σ’ αυτούς ονομαστικής καταστάσεως όλων των παραδοθέντων με την ένδειξη καταγωγής και διαμονής αυτών.

Τότε μια ομάδα Ελλήνων αξιωματικών με πρωτοστάτη τον Αντώνιο Φάκαρο, δήλωσε προς τους συναδέλφους των, ότι αυτοί δεν παραδίδονται άνευ όρων και γι’ αυτούς ο πόλεμος συνεχίζεται, ενώ σε κατάλληλη στιγμή απομακρύνθηκαν από τον χώρο της συγκέντρωσης. Αυτή η ώρα της 1/6/1941 είναι η αρχή της πρώτης αρνήσεως και αντιστάσεως κατά των κατακτητών. Η ομάδα αυτή των Ελλήνων αξιωματικών κινούμενη από χωριό σε χωριό, της περιοχής έφθασε στον Τσούτσουρο.
Εκεί έφθασαν με την ελπίδα, ότι ίσως πλησίαζε κάποιο ελληνικό ή συμμαχικό πλοίο να τους παραλάβει και να συνεχίσουν στην Αίγυπτο τον πόλεμο κατά του φασισμού και του ναζισμού. Στον Τσούτσουρο κατέφθασαν και άλλοι, που δεν είχαν αιχμαλωτισθεί Ελληνες και σύμμαχοι.

Μεταξύ αυτών και ο Ελληνοαιγύπτιος Νίκος Σουρής, ο οποίος εθελοντής πολέμησε και τραυματίστηκε στην Αλβανία, τραυματίας έφθασε στην Κρήτη και πολέμησε τους αλεξιπτωτιστές στα Χανιά. Ήταν πανέξυπνος, φλογερός πατριώτης και γλωσσομαθής. Εγνώριζε Ελληνικά-Αγγλικά-Γερμανικά-Γαλλικά και Αραβικά.

Οι Φάκαρος και Σουρής με την βοήθεια και των ντόπιων τοποθέτησαν τους φυγάδες στις γύρω από τον οικισμό του Τσούτσουρα σπηλιές και τους τροφοδοτούσαν με τρόφιμα που κουβαλούσαν δυναμικοί και φλογεροί πατριώτες από χωριά της ευρύτερης περιοχής. Τα στελέχη της συγκέντρωναν και οδηγούσαν στον Τσούτσουρο τους περιπλανόμενους πολεμιστές της Μάχης της Κρήτης, ενώ άλλοι συγκέντρωναν και μετέφεραν για τους συγκεντρωμένους παντοειδή τρόφιμα. Το πλοίο όμως της σωτηρίας, δεν παρουσιάζονταν. Για κείνο και ο Φάκαρος πήρε την παράτολμη απόφαση να φύγει με βάρκα για την Αίγυπτο.

 

Οι πιθανότητες να μην πνιγούν στο δρόμο οι 11 επιβάτες της “Αργώς 2” είναι πολύ λίγες. Εκείνοι όμως θεωρούν μονόδρομο τη σύνδεση της Ομάδας των φυγάδων του Τσούτσουρου και της Οργάνωσης “Κρητική Επαναστατική Επιτροπή” με την Μέση Ανατολή. 1) Για να ενισχύσουν το συμμαχικό στρατό δίνοντας μαζί του τη μεγάλη κρίσιμη μάχη της Αφρικής (Ρόμελ). 2) Για να ενημερώσουν την Ελληνική Κυβέρνηση και το Συμμαχικό Στρατηγείο για την ίδρυση της Κ.Ε.Ε., (“Κρητική Επαναστατική Επιτροπή”), το πρωτόκολλο της οποίας υπογράφτηκε στο Φιλίππω στις 3-8-1941 και να ζητήσουν όπλα, ένδυση, τρόφιμα, ασύρματος κ.ά. 3) Για να σταλούν μέσα στον Τσούτσουρα για τη μεταφορά των φυγάδων στην Αίγυπτο.

 

Την 17/09/1941 από την ιστορική πλέον σπηλιά του Μαριδάκι η επισκευασθείσα μικρή παλαιά ψαρόβαρκα του Ιωάννου Σπιθάκη από τα Πιτσίδια, με ένδεκα (11) αποφασισμένους από τους οποίους 7 Έλληνες, 3 Άγγλους και 1 Αυστριακούς-Γερμανοεβραίους, η θρυλική ΑΡΓΩ Β’ όπως την ονόμασαν άνοιξε πανιά για να διαπλεύσει το Λιβυκό Πέλαγος και να φθάσει στην Αλεξάνδρεια.

 

Την 3η ημέρα που η ΑΡΓΩ Β’ στη μέση του Λιβυκού πάλευε με τα αγριεμένα κύματα, βρετανικό αντιτορπιλικό την πλησίασε περισυνέλεξε τους αργοναύτες, και τους μετέφερε στην Αλεξάνδρεια.

 

Ο Φάκαρος ενημέρωσε Ελληνική Κυβέρνηση και το Συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής και την νύχτα της 26/27-11-1941 με ελληνικό υποβρύχιο ΤΡΙΤΩΝ με κυβερνήτη τον ανθ/ρχον Επαμεινώνδα Κοντογιάννη-ως σύνδεσμος της Ελληνικής Κυβερνήσεως με την Κ.Ε.Ε.Ε απεβιβάσθη στο Μαριδάκι και άνοιξε η σκάλα του Τσουτσούρη, η οποία πρόσφερε πολλά στον αγώνα και την Εθνική Αντίσταση.

 

 

ΑΡΓΩ 2 Μερος 2ον

 

Σημαντικό ρόλο έπαιξε όμως και ο Συνταγματάρχης Μιχαήλ Φιλιππάκης από το χωριό Αχεντριάς.

 

Σύμφωνα με τον Rick Stroud στο βιβλίο του Kidnap in Crete: The True Story of the Abduction of a Nazi General :

«Για τον Συνταγματάρχη Μιχαήλ Φιλιππάκη η πτώση της Κρήτης ήταν εξαιρετικά πικρή. Πολέμησε σκληρά για την άμυνα του Ηρακλείου και στο τέλος της μάχης ήταν ανάμεσα σε αυτούς που συνόδευαν τον δήμαρχο της πόλης κατά την επίσημη παράδοση της στους Γερμανούς στην Πλατεία των Λιονταριών…..Ο Συνταγματάρχης δεν είχε χάσει μόνο την θέση του, το σπίτι του στο Ηράκλειο είχε και αυτό καταστραφεί από τον βομβαρδισμό. Μετά την παράδοση δεν είχε άλλη επιλογή από το να κατευθυνθεί νότια στο χωριό που γεννήθηκε, ψηλά στα Αστερούσια Όρη και πάνω από την νότια ακτή της Κρήτης, τον Αχεντρία…. Όταν άκουσε ότι μια ομάδα ντόπιων θα επιχειρούσε να διαφύγει με μια εγκαταλειμμένη για πάνω από τέσσερα χρόνια βάρκα τους προειδοποίησε ότι πιθανόν θα πεθάνουν. Είτε η βάρκα θα βυθιζόταν είτε θα γινόταν εύκολος στόχος των αεροπλάνων της Λουφτβάφε που αλώνιζαν την μεσόγειο. Οι άντρες τον αγνόησαν . Έκοψαν ένα τηλεγραφόστηλο που τον έκαναν κατάρτι και πήραν το βαμβάκι από δυο στρώματα κρεβατιού που έσκισαν για να αδιαβροχοποιήσουν το σάπιο σκαρί της βάρκας. Ο Συνταγματάρχης Φιλιππάκης εντυπωσιάστηκε και σκέφτηκε πως ίσως τελικά τα καταφέρουν. Έγραψε ένα μήνυμα για το Γενικό Αρχηγείο Μέσης Ανατολής , το έβαλε σε ένα μπουκάλι και τους το έδωσε. Το μήνυμα έγραφε ότι επρόκειτο ένα μήνα ακριβώς μετά την ημερομηνία αναχώρησης να ανάψει μια φωτιά για σινιάλο σε μια παραλία δίπλα στο Μαριδάκι. Ένα μήνα μετά ο Φιλιππάκης κράτησε τον λόγο του και μαζί με τον γιο του πήγαν στην παραλία, μάζεψαν ξύλα και άναψαν φωτιά. Τα περισσότερα ξύλα δεν ήταν ξερά και δεν άναβαν ενώ αντίθετα ο πυκνός καπνός τους τους έπνιγε. Μετά από αρκετή ώρα και ενώ είχαν ήδη πάρει τον δρόμο της επιστροφής φανερά απογοητευμένοι , είδαν ένα κόκκινο φως το οποίο αρχικά υπέθεσαν ότι προερχόταν από κάποιο Γερμανικό σκάφος που εκτελούσε περιπολία και κρυφτήκαν πίσω από μερικούς βράχους. Το φως πλησίαζε και σύντομα διέκριναν μια μικρή λαστιχένια βάρκα με δυο άτομα να πλησιάζει την ακτή. Τους συστήθηκαν ως αξιωματικοί του Βασιλικού Βρετανικού Ναυτικού. Η Αργώ ΙΙ τα είχε καταφέρει μέχρι την Αίγυπτο. Οι επιβαίνοντες εντοπιστήκαν μισοπεθαμένοι από Συμμαχικό πολεμικό πλοίο μόλις 10 ναυτικά μίλια από την ακτή κοντά στην Μέρσα Ματρούχ. Οι αξιωματικοί έδωσαν στον Φιλιππάκη παυσίπονα, επιδέσμους, καφέ και κονσέρβες με κρέας για το χωριό του τον Αχεντριά και τον ενημέρωσαν να αναμένει Βρετανούς αξιωματικούς τον επόμενο μήνα και να προετοιμάσει κρυψώνες για αυτούς. Εν συνεχεία η λαστιχένια βάρκα αναχώρησε για το υποβρύχιο “Torbay”  το οποίο είχε προσεγγίσει τις κρητικές ακτές. Τον επόμενο μήνα κάποιο βράδυ ο Συνταγματάρχης Φιλιππάκης άκουσε την πόρτα του να κτυπάει μέσα στην νύχτα. Μόλις άνοιξε την πόρτα βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με δυο βρετανούς αξιωματικούς της SOE (Special Operations Executive). Ήταν ο Jack Smith Hughes και ο Ralph Stockbridge. Είχαν φέρει έναν βαρύ ασύρματο, έξτρα μπαταριές καθώς και τον φορτιστή τους. Η περιπέτεια μόλις άρχιζε»
 

ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΤΑΣΚΟΠΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ (Δραση Βρετανων κατασκοπων στα Αστερουσια Ορη και επιχειρησεις διαφυγης από Μαριδακι και Τρεις Εκκλησιες)

 

Την ημέρα που οι Jack Smith Hughes και Ralph Stockbridge πατούσαν το πόδι τους στην Κρήτη το ημερολόγιο έδειχνε 9 Οκτώβριου. Είχαν έρθει με το υποβρύχιο Thunderbolt και αποβιβάστηκαν σε ακτή κοντά στον Τσούτσουρα οπου τους υποδέχτηκε ολόκληρο το χωριό.

 

Στις 23 Νοεμβρίου και ενώ η αρχική ομάδα των δυο έχει ολοκληρώσει την αποστολή της στην Κρήτη , καταφθάνει στην περιοχή των 3 Εκκλησιών το καΐκι HMS Escampador  καθοδηγούμενο από μια ηρωική μορφή του πολέμου, τον Mike Cumberlege, θαρραλέο θαλασσόλυκο παλαιάς κοπής που δυστυχώς θα συλληφθεί αργότερα κατά την προσπάθεια ανατίναξης του Ισθμού της Κορίνθου και θα εκτελεστεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Γερμανία λίγες μέρες μόλις πριν το οριστικό τέλος του πολέμου το 1945. Το Εscampador μεταφέρει τον 24χρονο λοχαγό Monty Woodhouse μαζί με άλλους τέσσερεις βραβευμένους από την SOE μαθητές της σχολής της Χάιφας .

 

Σκοπός αυτής της δεύτερης αποστολής ήταν η αναγνώριση της περιοχής των νοτίων ακτών της Κρήτης, και κυρίως της περιοχής των Αστερουσίων, η χαρτογράφηση της και ο εντοπισμός σημείων από τα οποία θα ξεκινούσαν σύντομα οι αποστολές διαφυγής των εγκλωβισμένων στρατιωτών. Η δουλεία που έκαναν ήταν εξαιρετική. Στα αρχεία της SOE υπάρχουν φωτογραφίες της παράλιας Μαριδάκι (δίπλα στον Τσούτσουρα) και Βουιδόματο (δίπλα στις Τρεις Εκκλησιές) με το καΐκι HMS Escampador.

 

Στην Κρήτη είχαν ξεμείνει γύρω στους 5000 στρατιώτες των Συμμαχικών δυνάμεων μετά την εσπευσμένη αναχώρηση τους ως συνέπεια της ήττας στην Μάχη της Κρήτης. Ο Mike Cumberledge ήταν ο κινητήριος μοχλός των επιχειρήσεων διαφυγής τους από το νησί. Σύμφωνα με έκθεση της SOE προτάθηκε η προώθηση του στην Κρήτη από τον Σεπτέμβριο του 1941 μαζί με άλλους 3 αξιωματικούς για την υποβοήθηση της μεταφοράς των στρατιωτών στην Αίγυπτο και την οργάνωση της αντίστασης. Στα συν της επιλογής του Cumberledge ήταν οι καλές σχέσεις που είχε με ντόπιους Κρητικούς οι οποίοι τον αποκαλούσαν «ο Σκουλαρικάς» καθώς και οι εμπειρίες του σε σαμποτάζ καθώς τον Απρίλιο του 1941 είχε οργανώσει την πρώτη ανεπιτυχή αποστολή ανατίναξης του Ισθμού της Κορίνθου για την αποτροπή διέλευσης Γερμανικών πλοίων από εκεί.

 Ο Cumberledge προερχόταν από οικογένεια με μακρά ναυτική παράδοση καθώς ο πατέρας του ήταν Ναύαρχος ενώ ο ίδιος πριν τον πόλεμο εργαζόταν ως καπετάνιος σε μια αμερικανική εταιρεία που διοργάνωνε εκδρομές με ιστιοφόρα στην μεσόγειο και ο ίδιος είχε μεγάλη γνώση του Αιγαίου. Στον Mike Cumberledge θα απονεμηθεί το μετάλλιο Εξαίρετης Διατεταγμένης Υπηρεσίας (Distinguished Service Order) για τις αποστολές του στην Κρήτη.

 

Έτσι λοιπόν και ενώ η Κρήτη ήδη είχε καταλειφθεί από ισχυρότατες δυνάμεις των Γερμανών (περίπου στις 40.000 στρατιώτες) αρχίζουν οι επαναλαμβανόμενες και άκρως επικίνδυνες αποστολές του Cumberledge τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο του 1941 στις περιοχές των Τριών Εκκλησιών και του Τσούτσουρα με τα αργοκίνητα σκάφη HMS Escampador, HMS Hedgehog , HMS Porcupine και HMS Dolphin ta οποία θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως βάρκα το πρώτο και ως καίκια τα υπόλοιπα. Περίπου 550 στρατιώτες θα διαφύγουν με αυτόν τον τρόπο από την περιοχη.

Ο τυχοδιωκτικός και παράτολμος χαρακτήρας του Cumberledge σε συνδυασμό με την μεγάλη επιτυχία που είχαν οι αποστολές που του ανατέθηκαν οδήγησαν την SOE το 1942 στην δημιουργία ολόκληρου στόλου με τέτοιου είδους σκάφη (βάρκες) για την διενέργεια τέτοιων μυστικών αποστολών. Ο στόλος αυτός αριθμούσε 14 σκάφη τα οποία έδρασαν στην νοητή περιοχή ανάμεσα στις Τουρκιά, Κύπρο, Αίγυπτο και Λιβύη με την Κρήτη σε κεντρικό σημείο και ονομάστηκε “Levant Fishing Patrol” λόγο του ότι επί της ουσίας χρησιμοποιούνταν αλιευτικά σκάφη για την κάλυψη και απόκρυψη της πραγματικής αποστολής τους, τα οποία όμως ήταν εφοδιασμένα με μόνιμο αντιαεροπορικό εξοπλισμό (κυρίως πολυβόλα Bren) στην περίπτωση που κάτι πήγαινε στραβά. Τα σκάφη αυτά εκτέλεσαν μέχρι το τέλος του πολέμου περί τις 300 αποστολές με μόνο μια απώλεια. Τέτοιες αποστολές θα εκτελεστούν καθ’ ολη την διάρκεια του πολέμου τόσο από τέτοιου είδους αργοκίνητα σκάφη, όσο και από το ελληνικό υποβρύχιο Παπανικολής αλλα και ταχυπλοα B-Class Fairmile Motor Launches από την Κρητη προς την Ντέρνα, την Μέρσα Ματρούχ, την Μπάρντια και πιο σπάνια την Αλεξάνδρια.

 

 

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΧΩΡΙΩΝ ΤΩΝ ΑΣΤΕΡΟΥΣΙΩΝ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

 

Έτσι λοιπόν από το τέλος του 1941 καταγράφονται αρκετές επιτυχείς αποστολές διαφυγής εγκλωβισμένων στρατιωτών στην Κρήτη. Ακόμα μετά από τόσα χρόνια οι κάτοικοι των χωρίων των Αστερουσίων περιγράφουν εκείνες τις ημέρες που το κάθε σπίτι έκρυβε «Εγγλέζους». Σε πρόσφατη μαρτυρία κατοίκου του Πρινιά Αστερουσίων αναφέρθηκε ότι «Στο σπίτι μας κρύβαμε έναν Εγγλέζο και δυο Κύπριους. Κάθε βράδυ τους βάζαμε και κοιμόταν σε ένα ξύλινο καναπέ, ο ένας από την μια μεριά και ο άλλος από την άλλη και ο τρίτος στον αχυριώνα. Τον Εγγλέζο τον φωνάζαμε Μιχάλη. Τον έπαιρνε ο πατέρας μου στα αμπέλια και στα χωράφια. Έκατσε πολύ καιρό στο σπίτι μας. Είχε μάθει και ελληνικά και τα απογεύματα μαζευόμασταν και τον ακούγαμε να μιλάει και γελούσαμε γιατί μιλούσε παράξενα. Μας έλεγε : “δεν έχω ρούχα, δεν έχω αρβύλες, τι να κάνω; Να πάω να πέσω στην θάλασσα;” ». Οι μνήμες ακόμα ζωντανές. Τα χωριά των Αστερουσίων πέρα από κάθε αμφιβολία βοήθησαν με κάθε μέσο αυτούς τους ταλαιπωρημένους ανθρώπους, που επί μήνες περιπλανώμενοι κρυβόταν στα βουνά, να διαφύγουν προς την Αίγυπτο αποφεύγοντας την συνεχή καταδίωξη των Γερμανών. Οι περιοχές του Τσούτσουρα, το Μαριδάκι και οι Τρεις Εκκλησιές και αντίστοιχα τα ορεινά χωριά που βρίσκονται άνωθεν τους , Αχεντριάς, Εθιά, Μουρνιά, Παρανύμφοι, Πρινιάς σήκωσαν όλο αυτό βάρος . Οι κάτοικοι τους έκαναν το καθήκον τους όπως ορίζει η πατροπαράδοτη Κρητική φιλοξενία. Οι βοσκοί στα βουνά έδιναν ζώα, τυριά και γάλα, οι κάτοικοι στα χωριά λάδι, όσπρια και παξιμάδι , τα βρισκούμενα δηλαδή, και πιο σπάνια και κανένα ρούχο στους ταλαιπωρημένους και πεινασμένους στρατιώτες. Από την άλλη δεν καταγράφονται περιπτώσεις καταδοτών σε κανένα από αυτά τα χωριά και ακόμα και αν υπήρξαν προφανώς πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά καθώς σύσσωμος ο ντόπιος πληθυσμός των Αστερουσίων συμμετείχε υπέρ των Συμμάχων.

Οι Τρεις Εκκλησιές και συγκεκριμένα η παραλία του Βουιδόματου, ανατολικά των Τριών Εκκλησιών είχαν γίνει το κέντρο διαφυγης για την Αιγυπτο. Η παραλία του Βουιδόματου (και όχι Βοιδομάτη όπως τελευταία γράφεται) η οποία ανήκει στην περιφέρεια του χωριού Μουρνιά  ήταν το τέλειο μέρος για την απόκρυψη των σκαφών διαφυγής. Μέσα στην σπηλιά μπορούσε να κρυφτεί το σκάφος HMS Escampador μέσω του οποίου οι επιβάτες του μπορούσαν να μεταφερθούν στα ανοιχτό και εκεί να μετεπιβιβαστούν σε υποβρύχια ή άλλα μεγάλα σκάφη επιφανείας και να διαφύγουν με επιτυχία. Τελευταία βρέθηκαν μάλιστα και τρεις φωτογραφίες από το αρχείο των Βρετανικών δυνάμεων που απεικονίζουν την παραλία όπως ήταν τότε με το σκάφος δεμένο στην χαρακτηριστική σπηλιά του Βουιδόματου.

Αναφορές από παλιούς κατοίκους της Μουρνιάς κάνουν λόγο για ένα υποβρύχιο που κρυβόταν στην σπηλιά του Βουιδόματου αλλά κρίνοντας από την μορφολογία της περιοχής αλλά και το βάθος των νερών στο εν λόγο σημείο δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως ακριβείς.

 

Στον αγώνα των απόστολων αυτών αργότερα μπήκε και το HMS Hedgehog.Το HMS Hedgehog θα μπορούσε να περιγραφεί ως ένα μικρό και σκουριασμένο αλιευτικό σκαρί. Είναι γνωστό ότι όταν έπεσε η Κρήτη ο αξιωματικός της SOE Lieutenant J. Campbell το συμπεριέλαβε στον στόλο μικρών σκαφών που δημιούργησε για διενέργεια μυστικών επιχειρήσεων στο Αιγαίο.  Αρχικά ο Campbell χρησιμοποίησε καΐκια για αυτό τον σκοπό αλλά όταν οι Γερμανοί απαγόρευσαν την ελεύθερη ναυσιπλοΐα για εμπορικούς σκοπούς στις Ελληνικές θάλασσες αναγκάστηκε να βρει εναλλακτικές λύσεις.

Αυτές οι λύσεις δεν ήταν άλλες από ντιζελοκίνητα αλιευτικά σκάφη με ικανοποιητική μεταφορική ικανότητα και δυνατότητα να μένουν πολλές ώρες στην θάλασσα και ιδίως κατά την διάρκεια της νύχτας. Το HMS Hedgehog ήταν το πρώτο κάνοντας το παρθενικό του ταξίδι στην Κρήτη τον Νοέμβριο του 1941. Είχε ως λιμάνι-βάση του την Μπάρντια της Αιγύπτου , μέρος ιδανικό για τις αποστολές προς την Κρήτη, και αργότερα την Μέρσα Ματρούχ. Το HMS Hedgehog ήταν κατασκευασμένο από ατσάλι και η θορυβώδης μηχανή του έδινε ταχύτητα πλεύσης περίπου 5 κόμβους. Το πλοιο χάρη στο οποίο σωθήκαν πολλές ζωές βυθίστηκε κοντά στην Λέρο στις 15 Οκτωβρίου του 1943.

Ενώ οι Τρεις Εκκλησιές ήταν ο τελευταίος σταθμός για πολλούς στην Κρήτη, το χωριό Παρανύμφοι ήταν ο προθάλαμος για την ελευθερία. Εκεί, στα σπίτια των κατοίκων πολλοί κρυβόταν για μέρες αναμένοντας την δρομολόγηση της διαφυγής τους. Εκεί έβρισκαν θερμή φιλοξενία από τους κατοίκους και εκεί είχε έδρα ο «Νίκος» , ο λοχαγός Mondy Woodhouse ο οποίος ήταν ο κύριος συντονιστής των στρατιωτών που κατέφθαναν στα Αστερούσια και οδηγούνταν προσεκτικά από ντόπιους μέσω του μονοπατιού του Αγίου Παύλου και της Κλεισούρας στο σημείο αναμονής των σκαφών διαφυγής στις Τρεις Εκκλησιές. Εκει ο Woodhouse είχε συχνές συναντήσεις με τον Πετρακογιώργη και τον Μπαντουβά.

Ο Γεώργιος Κουτεντάκης, ο ταμίας της Κρητικής Εθνικής Επαναστατικής Επιτροπής, στο σπουδαιότατο από λογοτεχνικής και ιστορικής άποψης (Ιούλιος 1941 ως Απρίλης 1942) ημερολόγιο του, αναφέρει το Γ. Πετρακογιώργη στις 2-1-1942 στο Χάρακα απ’ όπου ανέβηκε μαζί και με το Νίκο Σουρή στους Παρανύμφους πατώντας το χιόνι που είχε σκεπάσει τα Αστερούσια. “...Εκεί είναι μαζεμένοι ο καπετάν Μανώλης Μπαντουβάς με τον Άγγλο λοχαγό Μόντι και πολλούς αντάρτες. Οι Παράνυμφοι (χωριό των Αστερουσίων) έχουν μεταβληθεί σε κέντρο συγκεντρώσεως καταδιωκομένων και ανταρτών. Του Πετρακογιώργη του ’χουν σκοτώσει οι Γερμανοί το γιό του και καταδιώκουν τον ίδιο. Έχει οργανώσει δική του Ομάδα ανταρτών. Μαζί του είναι ο Διονύσης Φραγκιαδάκης, ένα από τα πιο διαλεχτά παλληκάρια στα Βορίζα...”. (Η προσωπικότητα και η δράση του καπετάν Πετρακογιώργη Της Αννας Μανουκάκη-Μεταξάκη ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΠΑΤΡΙΣ 13/9/2008)

 

O Woodhouse ενισχύθηκε επτά εβδομάδες μετά την άφιξη του στην Κρήτη με επιπλέον άτομα που θα στελέχωναν το δίκτυο της SOE στην Κρήτη. Με αυτή την αποστολή καταφανούν οι Xan Fielding και  Guy Turrall οι οποίοι μετέβηκαν στην Δυτική Κρήτη.

 

Στις 15 Απριλίου 1942 και ενώ ο Woodhouse ολοκληρώνει την αποστολή του αντικαθίσταται από τον Tom Dunbabin.

 

 

Σε συνεχεία της συνεχούς δραστηριότητας των συμμάχων από τα αγρία βουνά των Αστερουσίων και λόγο της συνεχούς κινητικότητας οι Γερμανικές δυνάμεις προβαίνουν σε κατάληψη των Τριών Εκκλησιών και εγκατάσταση μόνιμης φρουράς στην τοποθεσία «Μπουρούνι» από όπου ήταν σε θέση να εποπτεύουν ένα μεγάλο μέρος της περιοχής των νοτίων ακτών των Αστερουσίων ενώ τα ορεινά χωριά εκκενώνονται και οι κάτοικοι τους μετοικούν στα χωριά του Κάμπου, τον Πύργο, τον Χάρακα και άλλα. Τα Αστερούσια Ορη μετατρέπονται σε απαγορευμένη περιοχή. Είχαν αναπτύξει επικοινωνία με το Φρουραρχείο(Κομαντατούρ, γερμανικά Stadtkommandantur) στον Πύργο ενώ είχαν «επιστρατεύσει» κατοίκους με γαϊδουράκια για την τροφοδοσία της φρουράς των Τριών Εκκλησιών με νερό, τρόφιμα και πυρομαχικά. Παρόλαυτα οι αποστολές από και προς την Αίγυπτο θα συνεχιστούν καθ’ όλη την διάρκεια του πολέμου.

 

 

1.Special Operations Executive: A New Instrument of War
2. Wine-dark, Blood Red Sea: Naval Warfare in the Aegean, 1941-1946 Από τον/την Charles W. Koburger
3. Crete: The Battle and the Resistance aπό τον/την Antony Beevor
4.Λογος κατά τα αποκαλυπτηρια του Μνημειου Εθνικης Αντιστασης στις Τρεις Εκκλησιες από τον Ζ.Καλοχριστιανακη 26/07/2015
5. “Μια επέτειος”Από την Κατοχή και την Αντίσταση (1941-44)Tης Άννας Mανουκάκη-Mεταξάκη φιλολόγου
6. Πότε και πώς άρχισε η Εθνική Αντίσταση στο Ανατολικό Μονοφάτσι και την επαρχία της Βιάννου. Γεώργιος Εμμ. Μιζεράκης
7. Rick Stroud στο βιβλίο του Kidnap in Crete: The True Story of the Abduction of a Nazi General :

8. www.anzac.dpc.wa.gov.au

9.Χρ. Χειλαδακης

10. http://www.abductingageneral.info/single-post/2016/05/27/SOE-first-reconnaissance-trip-in-1941-1
 

 

.

© 2017 by VANGELIS ANTONAKIS. Proudly made by Wix.com

  • Facebook Clean
  • Instagram Clean
  • Twitter Clean
  • Flickr Clean
bottom of page